Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. "ΕΡΩΤΙΚΑ"

ΜΙΚΡΟ ΑΓΟΡΙ.

Μικρό αγόρι,
με τα ασημένια μαλλιά
και τα ονειροπόλα μάτια.
Που βρίσκεται η σκέψη σου;
Σε ποιό σύννεφο, σε ποιά ομίχλη
είναι χαμένη;
Ποιάς αγάπης σου το χέρι 
κρατάς;
Σε ποιό λειβάδι περπατάτε;
Ποιά λουλούδια νάρκωσαν 
με τις μυρωδιές τους
τα κορμιά σας;
Ποιός έρωτας ακούμπησε
το στέρνο σου
και έβαλε τα χέρια σου
να την αγγίζουν;
Ποιό τόξο σημάδεψε 
τις καρδιές σας 
και έφτασε να τις πληγώσει 
τόσο;
Μικρό αγόρι,
η ζωή είναι σκληρή και κακιά...
Ζηλεύει αυτούς που αγαπιούνται
Χτυπάει αλύπητα αυτούς
που ονειρεύονται.
Τσακίζει αυτούς που σηκώνουν 
ανάστημα...
Μικρό αγόρι,
Πάτα γερά στη γη
Μη λυγίσεις,
μη σταματήσεις ποτέ να ονειρεύεσαι.
Δώς μου το χέρι σου, 
άσε με να τρυπώσω στα όνειρά σου
κι' έλα να πετάξουμε 
ψηλά, μακριά, μαζί!!!

Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2013

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. "ΤΑ ΠΙΟ ΠΙΚΡΑ ΔΑΚΡΥΑ"


ΤΑ ΠΙΟ ΠΙΚΡΑ ΔΑΚΡΥΑ...

Είναι εκείνα που δεν κυλάνε ποτέ από τα μάτια μας.
Οι πιό δυνατοί οργασμοί, είναι αυτοί που δεν ακούγονται…
Η μεγαλύτερη απελπισία, 
είναι αυτή που κρύβεται πίσω από ένα χαμόγελο.
Την πιο μεγάλη δύναμη, την βρίσκει ο άνθρωπος 
όταν έχει παραλύσει από τον φόβο.
Το πιο έντονο φως, το βλέπεις 
μέσα απο το σκοτάδι του θανάτου.

Και για τη ζωή σου μπορείς να πείς, 
μόνο με ο,τι έχεις αφήσει πίσω σου πεθαίνοντας.

Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2013

ΤΡΟΠΑΡΙΟ.

..."Οίμοι! λέγουσα, ότι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας, ζοφώδης τε και ασέληνος έρως της αμαρτίας. "...

Πέφτει η νύχτα.
Πάλι η σκέψη σου 
με βασανίζει.
Χαράζει το κορμί μου
σαν κοφτερό χαρτί,
ο,τι και αν γράψω για σένα.
Ματώνουν το νου 
οι σκέψεις σου
και η καρδιά αιμορραγεί.
Ποια είναι λοιπόν η αμαρτία μου?
Που σε σκέφτομαι?
Που δεν με εγκαταλείπει
η μυρωδιά σου?
Που νιώθω δίπλα μου
την παρουσία σου?
Πάρε το μήλο σου,
και δώστο όπου θές...
Τα φρούτα σαπίζουν
πολύ σύντομα.
Μόνο η ανάμνηση της γεύσης τους
μένει...

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2013

ΤΟ ΚΡΙΜΑ ΤΗΣ.

Παιδί της παράκλησης,
Παιδί,
μιας ικεσίας στην Παναγία.
Παιδί,
του ενός γονιού.
Παιδί,
που η μάνα σου θυμάται 
τον οργασμό που σε γέννησε.
Παιδί,
ενός πατέρα που δεν σε θέλησε.
Παιδί,
που τώρα θα 'σουν 16 χρονών.
Παιδί,
που αν είχες γεννηθεί
θα σε λέγαν Ρόζα-Ελένη ή Ορφέα.
Παιδί,
που πετάχτηκες στα απόβλητα ενός νοσοκομείου
μαζί με τόσα άλλα.
Παιδί,
που δεν έγινες ποτέ.
Παιδί και Κρίμα μου.
Παιδί δικό μου.

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

ΤΙΤΛΟΙ ΤΕΛΟΥΣ.


Σιωπή,
αντί για κουβέντες.
Αμηχανία,
αντί για γέλια.
Σκυμμένα κεφάλια 
και βλέμματα ενοχικά.
Λέξεις που δεν ειπώνονται,
παράπονα που μένουν καταχωνιασμένα 
στα μύχια της ψυχής.
Τα "γιατί" μου και τα "θέλω" σου,
τα "γιατί" σου και τα "θέλω" μου.
Δυο ξέχωρες ιστορίες πια,
χωρίς κοινό παρονομαστή.
Ο χειμώνας που δεν λέει
να' ρθει.
Το καλοκαίρι μέσα στο φθινόπωρο.
Κάτι άρρωστο και χαλασμένο
που ξεψυχάει σιωπηλό.
Στον δέκατο πέμπτο,
κοιμάμαι πάνω στο κρεβάτι 
που ξεψύχησε ο αδερφός μου.
Και η ανάσα του, αγκωμαχητό, 
μου κρατά συντροφιά όλο το βράδυ.
Στην Ομόνοια, τα πρεζόνια ξαναγύρισαν 
στα παλιά τους στέκια,
και τα φανελένια σεντόνια μου 
δεν ζεσταίνουν κανέναν.
Τέλος εποχής, 
Τίτλοι Τέλους,
Τέλος και Αρχή,
Αρχή και Τέλος,
Το σήμερα τελειώνει,

εκεί που αρχίζει το αύριο...

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. ΞΗΜΕΡΩΝΕΙ.

Ξημερώνει.
Τα φώτα της πόλης τρεμοσβύνουν και χάνονται 
στο δειλό ρόδινο τ' ουρανού.
Η ανάσα σου, 
ζεστή και ρυθμική, παίζει με τα νεύρα μου,
πάνω στο κρεβάτι.
Έχουν χαθεί τα ίχνη σου απο τη ζωή μου.
Και γώ τα ψάχνω μάταια
μέσα στα κρύα σκεπάσματα.
Ξημερώνει.
Όπου νά'ναι, θα χτυπήσει το ξυπνητήρι.
Θα σ' αγκαλιάσω, 
θα γουργουρίσεις σαν γατί, 
μηχανικά θα με φιλήσεις, 
κι' ύστερα,
θα φύγεις για τη δουλειά σου...

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. "ΚΑΤΙ ΝΑ ΓΡΑΨΩ".

Κάτι να γράψω, 
κάτι να πώ,
Μια λέξη, μια κουβέντα.
Να μην παγώσει ετούτο το χαμόγελο 
στα χείλη τα ακούνητα.
Αφίλητα, μισόκλειστα
με μια σταγόνα πίκρας 
σε κάθε άκρη...
Ψιθύρισε στα μάτια μου
ενα μυστικό
να το πάρω μαζί μου
στον τάφο.
Αφορμή να σφραγίσουν
τα χείλη.
Μάταια πιά,
να πάψουν
να σε περιμένουν...

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. "ΠΡΩΤΗ ΒΡΟΧΗ"

Πρώτη βροχή.
Νωπά ακόμα τα πεζοδρόμια,ξεπλυμένα από τη σκόνη του καλοκαιριού.
Η βρώμα του δρόμου, κυλάει σε ρυάκια, μαζί με την απελπισία, αυτής της πόλης, και πέφτει σιγανά, μέσα στους υπονόμους.
Συναντά, τις χαμένες μας ευκαιρίες, τα χαμόγελα που δεν άνθισαν στα χείλη μας, τα κουρασμένα από τα δυνατά φώτα βλέμματά μας, και τα παρασύρει και αυτά μαζί... 
Βαθειά, κάτω, μαζί με όλη την βρώμα των ψυχών που τριγυρίζουν στην πόλη μέρα νύχτα.
Πρώτη βροχή, 
Πότε σιγανή και πότε δυνατή, κρατάει όλη τη νύχτα, μέχρι το ξημέρωμα.
Κάποιες στιγμές φωτίζεται από τις αστραπές, που σαν προβολείς, φωτίζουν στιγμιαία τα όνειρά μας και μετά σβήνουν μαζί τους αφήνοντάς μας στο απόλυτο σκοτάδι.
Πρώτη βροχή,
Τυλιγμένη στο πάπλωμά μου, δεν θέλω να ξυπνήσω σήμερα.
Θα αφεθώ να κυλύσω και γώ, σαν άλλη Αλίκη, μέσα στον υπόνομο, μαζί με τη σκόνη...
Πόσο πιο πολύ μπορώ να λερωθώ,
μετά το άγγιγμά σου;

Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2013

Ενας έρωτας,ενας γάμος και ενα διαζύγιο.

Το δαχτυλίδι που 
μου πήρες πίσω 
Τα χρόνια μου
που στα 'δωσα
και τα χαράμισες
Την αγάπη μου
που την πέταξες
στα σκουπίδια
Την οργή μου 
που δεν στην κράτησα
Την θλίψη μου
που δεν την ένιωσες
Τα δάκρυα μου που 
δεν τα σκούπισες
ποτέ.
Κρίμα.
Πόσο κρίμα...

Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2013

ΜΥΚΗΝΕΣ.2013.

Βγες Αγαμέμνωνα, βγες!
Πάψε να κρύβεσαι στις τρύπες  του θόλου μαζί με τις νυχτερίδες.
Βγες να μας πείς!
Μόνο εσύ τα ξ
έρεις όλα τα μυστικά του Τρωϊκού Πολέμου.
Μόνον εσύ, είδες όλα τα κορμιά να σωριάζονται άψυχα στην γη σαν ξερά φύλλα.
Μόνον εσύ είδες το αίμα να τρέχει και να κυλά σαν ποτάμι, 
και να βάφει την θάλασσα της Τροίας κόκκινη.
Πήρες μαζί σου φεύγοντας όλες της σκηνές της φρίκης, και γύρισες πίσω.
Ενώ ήξερες τι σε περίμενε.
Εσύ, είχες στα χέρια σου την τύχη της Τροίας.  
Εσύ, αποφάσισες! Το ξέρεις καλά...
ΔΕΝ ήταν η Ελένη!
Εσύ σήκωσες το μαχαίρι και το έμπηξες στα στήθια της όμορφης κόρης.
Της δικής σου κόρης.
Θυσίασες την Ιφιγένεια για να πας να κουρσέψεις την Τροία...
Το χρυσάφι των Μυκηνών δεν σου έφτανε...
Ήθελες κι' άλλο...
Βαμμένο με αίμα, σε χρώμα πορφυρό.
Βγες Αγαμέμνων!
Βγες απο τις τρύπες που κουρνιάζεις τόσους αιώνες τώρα...
Και πες επιτέλους, την αλήθεια....

Πές μου Αγαμέμνωνα, 
πόσο ήταν το χρυσό της Τροίας, πού έδωσες την κόρη σου για δαύτο? –
Βγές!
Βγές από τις τρύπες που κρύβεσαι μαζί με τις νυχτερίδες και έλα στο φως, 
να με κοιτάξεις στα μάτια και να μου πείς.
Εσύ μόνο ξέρεις!
Μόνο εσύ είδες το αίμα να τρέχει στην Τροία …
Και γύρισες πίσω για να δείς και το δικό σου να βάφει τη γή των Μυκηνών.
Και μετά, και όλης της γενιάς σου το αίμα, να ποτίζει το χώμα.
Πόσο ήταν το χρυσάφι της Τροίας, 
πού, τα τόσα της Μυκήνης δεν σου'φταναν?