Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. "AMAZING GRACE"...

Τέσερεις μέρες έμεναν ακόμα για να φύγει αυτός ο χρόνος.
Τέσερεις μέρες δύσκολες όσο και οι υπόλοιπες τριακόσιες εξήντα μία, που είχαν περάσει μέχρι τώρα.
Είχε μπεί ο χρόνος αυτός, με ενα ολόγιομο φεγγάρι που της είχε τάξει τον ουρανό με τ'άστρα του! Ψεύτικες υποσχέσεις σαν όλες αυτές που είχε συνηθίσει να ακούει τόσα χρόνια, και που είχε υποσχεθεί στον εαυτό της να πάψει να πιστεύει πιά.
Αλλά το είχε πεί για τους ανθρώπους, δεν είχε φανταστεί οτι και το φεγγάρι θα μπορούσε να την κοροϊδέψει.
Ομως στον ίδιο κόσμο ζεί κι'αυτό, γιατί να μην λέει και τα ίδια ψέμματα;
Μετά , ο καιρός πέρναγε και ο χρόνος δυσκόλευε όλο και πιό πολύ...
Η μιά αναποδιά έφερνε την άλλη, το ενα χαστούκι έπεφτε πριν καν προλάβει να σηκώσει το κεφάλι της για να φάει το άλλο.
"Υπομονή", έλεγε στον εαυτό της, σφίγγοντας τα δόντια της. "μπόρα είναι, θα περάσει"...
Αλλά η μπόρα χειροτέρευε, γινόταν καταιγίδα, και πουθενά στον ουρανό, δεν φαινόταν να ξεκαθαρίζει ενα κομμάτι, πουθενά δεν έβλεπε να γυαλίζει έστω και μιά αχτίδα σαν ελπίδα ενος ουράνιου τόξου.
Περνούσαν οι μήνες, έφυγε ο κρύος χειμώνας, μπήκε η άνοιξη, περίμενε να ανθίσει η φύση μπας και γελάσει και το χείλι της λίγο αλλά, πέρασε και η άνοιξη χωρίς χαμόγελο, και ήρθε και το καλοκαίρι με την ζέστη να την πνίγει στη ψυχή και στην καρδιά, και να την σφίγγει σαν θηλιά γύρω από το λαιμό της.
Την άντεξε και την ζέστη!
Και ετσι όπως άρχιζε να δροσίζει το φθινόπωρο τις νύχτες, και να φυσάει το αεράκι, πίστεψε οτι να, τώρα, όπου νά'ναι, θάρθει και η ελπίδα που της είχε υποσχεθεί ο χρόνος στη ζωή της.
Και πάλι ξεγελάστηκε!
Γιατί, εκεί που νόμιζε πως ενα ελαφρύ φύσημα της δρόσιζε το καμμένο απο τον ήλιο του καλοκαιριού, πρόσωπό της, τα σήκωσε με μιάς ο αέρας, και τα πήρε όλα.
Τίποτα δεν άφησε όρθιο.
Και έμεινε εκεί μονη αυτή, όρθια, να στέκει και γύρω της συντρίμια, και αυτή να κρατάει την φωτογραφία της πεθαμένης της μάνας και να προσπαθεί να γυρίσει τον χρόνο πίσω.
Και άρχισε πάλι να βρέχει. Και ο ουρανός ξαναμαύρισε για να ταιριάξει λές, στο χρώμα της ψυχής της.
Έβρεχε ο ουρανός, έκλαιγε εκείνη, ίδια βουβό το παράπονο και των δυό... Σιγανό, βουβό και συνεχές...
Ετσι έφυγε και το φθινόπωρο. Κάποιες λιακάδες και μια χλιαρή ζέστα που έχει πού και πού, ίσα που κατάφεραν να την κρατήσουν στα πόδια της, όρθια, για να αντέχει στα επόμενα ...
Να αντέχει δηλαδή, να βλέπει τα λαμπερά φωτάκια των Χριστουγενιάτικων στολιδιών στους δρόμους και στα σπίτια, να μπορεί να τα κοιτάει και να κρατιέται να μην ουρλιάξει.
Και να πηγαίνει, να γελάει, να εύχεται και να δέχεται ευχές που δεν πιστεύει ούτε ελπίζει πιά.
Τέσερεις μέρες έμειναν για να μπεί ακόμα ενας χρόνος ψέυτης μέσα στη ζωή της...
Μα δεν βαριέσαι...
Τόσα χρόνια, τόσα ψέμματα που ειπώθηκαν, τόσες υποσχέσεις που δεν κρατήθηκαν...
ενας ακόμα χρόνος, τί πειράζει;

2 σχόλια:

ritsa masoura είπε...

Τόσο όμορφο, τόσο σπαραχτικό, τόσο αληθινό. Μα πώς μπορεί να είναι αληθινές οι σκέψεις ;

Black είπε...

Πολύ όμορφο, ποίηση σε πεζό λόγο.