Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. "ΒΡΕΧΕΙ".

Βρέχει!
Τελευταία νύχτα του Νοέμβρη, 
με πανσέληνο.
Και το φεγγάρι ολοστρόγγυλο 
να παίζει κρυφτό με τα σύννεφα...
Βρέχει! 
Και η υγρασία μου τρυπάει τα κόκαλα
φτάνει ως την ψυχή μου
την διαπερνά
την τσακίζει.
Βρέχει!
Κάποιον Ανδρέα σίγουρα έχω ξεχάσει
να ευχηθώ.
Μα δεν θυμάμαι πια κανέναν...
Πήρες μαζί σου όλα τα ονόματα 
σαν έφυγες.
Με άφησες αβάφτιστη
χωρίς όνομα,
χωρίς ταυτότητα,
χωρίς ζωή,
Να ζήσω την υπόλοιπη ζωή μου...
Κάπου αλλού, 
σε άγνωστα μονοπάτια
που ποτέ πριν 
δεν τα είχαμε περπατήσει μαζί.
Βρέχει!
και θέλω να πιω,
μα,
συνήθισα να πίνω από το στόμα σου
και το ποτήρι μου κόβει τα χείλη.
Τρέχει το αίμα
κυλά, 
αδειάζει λίγο λίγο από το σώμα μου
φεύγει,
και εγώ ελαφραίνω
νιώθω σαν πούπουλο 
πετάω ψηλά
χάνομαι.
Αρπάζομαι από τα σύννεφα
και αγκαλιάζω το ολοστρόγγυλο φεγγάρι.
Επιτέλους!
Σε κρατάω αγκαλιά αγάπη μου... 

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ. "Καληνύχτα και καλή τύχη".

Με κοιτάζεις μέσα από την οθόνη του υπολογιστή μου, μαζί με τους άλλους 73 που παρακολουθούν το "μπλογκ" μου. Βλέπω το πρόσωπό σου να με κοιτάει, τα μάτια σου να μου χαμογελούν, μ'εκείνη την φωτογραφία που έχει μείνει από τότε που έκανες την εγγραφή  της παρακολούθησης. 
Μπορεί να μην το παρακολουθείς πια, το "μπλογκ", αλλά η φωτογραφία σου, έχει μείνει εκεί. 
Αναρωτιέμαι...
Πως σβήνεται το παρελθόν; 
Πως διαγράφεται ότι έχουμε ήδη ζήσει;
Οι φωτογραφίες που ήμουν και γώ μέσα , δεν υπάρχουν πια στο προφίλ σου. 
Άραγε τις έσβησες και από το μυαλό σου; 
Έσβησες τα καλοκαίρια μας;
Έσβησες τα ταξίδια μας;
Έσβησες τα λόγια που μου είχες πεί;
Και τότε, αυτές οι αφιερώσεις που είναι γραμμένες με τα γράμματά σου στα βιβλία που μου χάρισες, πότε υπήρξαν;
Πως γράφτηκαν;
Ήσουν εσύ, που τώρα απαγορεύεις στους κοινούς μας φίλους να μου μιλάνε, που τις έγραψες;
"Στη γυναίκα που κατάφερε να μου γαμήσει το μυαλό"... λέει το βιβλίο στην πρώτη του σελίδα... "αυτό το βιβλίο, που από το 2....κάτι, περίμενε τον τελικό του αποδέκτη".
Και τον βρήκε σε μένα!!!
Εμένα που, μετά, με έβριζες με τον πιο χυδαίο τρόπο. 
Εμένα που, επειδή δεν μπορούσες να με κοροϊδέψεις, προτίμησες να με πληγώσεις. 
Εμένα που αφού δεν έγινα οπαδός σου, έπρεπε να γίνω εχθρός σου.
"Πόλεμο θες; Θα τον έχεις!" 
Αυτά ήταν τα τελευταία σου λόγια προς εμένα, στο κινητό μου. 
Σε μήνυμα. 
Για να μένει και να το θυμάμαι...
Για να σε φοβηθώ; 
Ή μήπως για να αηδιάσω ακόμα περισσότερο;
Και μετά, ξαφνικά, έγινες όλα όσα κορόϊδευες στους άλλους.
Ή μήπως πάντα έτσι ήσουν; 
Και εγώ ήθελα να βλέπω κάτι διαφορετικό;
Γελούσες και κορόϊδευες αυτούς που τώρα έχεις για υποτακτικούς σου...
Τώρα παρίστασαι σε εκδηλώσεις ανθρώπων που πριν, μου έλεγες ότι δεν σου μιλούσαν γιατί, ήθελαν να με πηδήξουν...
Τώρα φοράς τα ρούχα που σου αγόραζα εγώ, και κυκλοφορείς κομψευάμενος, παριστάνοντας τον σοβαρό. 
Έχεις και το θράσος να κατηγορείς και άλλους κρίνοντας "εξ΄ιδίων τα αλλότρια".
Γλύφεις εκεί, που όταν είμαστε μαζί, έφτυνες... 
Δύσκολο πράγμα να ξεφύγεις από την πάστα σου... 
Αδύνατον να βγάλεις την μικροαστικότητα που κουβαλάς στο πετσί σου. 
Τι κι' αν ήρθες στην πρωτεύουσα, τι κι' αν σπούδασες στο εξωτερικό... 
Θα μείνεις πάντα ένας μικρός, ασήμαντος, κομπλεξικός επαρχιώτης...
Τα χνώτα σου θα βρωμάνε πάντα φτηνό οινόπνευμα και ο ιδρώτας σου αποφορά. 
"Τα μεταξωτά βρακιά, θέλουν επιδέξιους κώλους" καλέ μου...
Άμα δεν ξέρεις να μην τα λερώνεις, καλύτερα να μην τα φοράς.
Καληνύχτα και καλή τύχη λοιπόν... 




Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2012

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. " ΤΕΛΟΣ ΕΠΟΧΗΣ"...

Κοιτάχτηκαν στην μέση του άδειου σαλονιού. Του έτεινε το χέρι της και του παρέδωσε τα κλειδιά. "αυτό ήταν λοιπόν"... του είπε. "τέλος εποχής"...
Της έπιασε το χέρι και την τράβηξε επάνω του... Αγκαλιάστηκαν εκεί, στην μέση του δωματίου, όπως είχαν αγκαλιαστεί λίγα χρόνια πριν, για πρώτη φορά. Μόνο που αυτή, ήταν η τελευταία.
Την φίλησε αργά, απαλά, στοργικά, τίποτα δεν υπήρχε πια από το άγριο πάθο
ς της πρώτης τους φοράς.
"θά'θελα να τελειώσουμε έτσι όπως αρχίσαμε "του είπε.
"κάνοντας έρωτα, εδώ, μπροστά στο τζάκι, αλλά, τίποτα δεν είναι πια το ίδιο.
Γιατί, πάντα ανάμεσά μας θα υπάρχει εκείνος, ακόμα και αν δεν είμαστε πια μαζί".
"Ούτε με σένα, ούτε μ' αυτόν"... σκέφτηκε.
Μοιρασμένη στα δυό πια, από 'δω και μπρός... για πάντα.
Και τελικά μόνη...
Του χάιδεψε τα μαλλιά, το πρόσωπο, του ίσιωσε μια ρυτίδα που είχε αρχίσει να σχηματίζεται ανάμεσα στα φρύδια του... Θυμήθηκε πως ίσιωνε τις ρυτίδες του προσώπου Εκείνου, όταν ήταν μαζί του, και η σκέψη της έτρεχε σ'Αυτόν...
Στον άδειο τοίχο είχε μείνει να κρέμεται μόνο ο χρυσός καθρέφτης, που τώρα, έδειχνε μόνο τις ρυτίδες του δικού της προσώπου...
Πήρε το παλτό της, τον φίλησε απαλά, μητρικά σχεδόν στα χείλη και κατευθύνθηκε προς την έξοδο...
"Δεν υπήρξα ποτέ ευτυχισμένη εδώ" σκέφτηκε.
Έκλεισε πίσω της την πόρτα και χαμογέλασε για πρώτη φορά στον εαυτό της...
Ήταν ελεύθερη πια...

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ. "ΑΦΕΘΗΚΑ"

Μισό φεγγάρι σαν φέτα από καρπούζι 
πάνω από την Ομόνοια, 
με την αχλή του ολόγυρα, 
να το θολώνει, έτσι όπως 
θολωμένο είναι και το μυαλό μου 
από την ρακή 
και την απουσία σου...
Νύχτα στη Γερανίου,
στην Πειραιώς, στον Κεραμεικό,
να βλέπω τα εικοσάχρονα αγόρια 
να μπαίνουν βιαστικά
στα μπουρδέλα της Λένορμαν
για να ξεθυμάνουν τις ορμές τους.
Και γώ να οδηγώ στην εθνική,
ακόμα μια φορά για την Κηφισιά,
μιά-δυό μέρες ακόμα...
Τέλος εποχής!
Μέσα Νοέμβρη και ακόμα έχει τόση ζέστη
που καθόμαστε έξω
στην Σαλαμίνος,
αφήνω τον Ακ στο σπίτι
και γυρίζω που;
Κρατάω το τιμόνι και συνειδητοποιώ
δεν έφυγε το αυτοκίνητο στην Κηφισίας
εγώ το άφησα...
Αφέθηκα!
Να με πάει αυτό όπου ήθελε...
Να μη με νοιάζει πια...
Αφέθηκα!
γιατί σου το'χα ζητήσει από παλιά,
όταν σου έφτιαχνα τα χάρτινα καραβάκια
σου το 'χα πει και τότε πως,
ότι ήθελα από σένα, ήταν μόνο
να με ταξιδέψεις...