18.54
18.55
18.56...
Μετά, έσβησε η οθόνη του κινητού της. Δεν μπορούσε να δεί την ώρρα πιά.
Στο τζάκι, η φωτιά σιγότρωγε ενα ενα τα ξύλα και το μόνο που απέμενε ήταν στάχτη.
19.10
19.11
19.12...
Έσβησε πάλι η οθόνη...
Το τηλέφωνο δεν χτυπούσε.
Οσο και αν το κοιτούσε, εκείνο παρέμενε σιωπηλό.
Δεν θα τηλεφωνούσε, το ήξερε πως μάταια περίμενε.
Εβαλε και άλλα ξύλα στη φωτιά.
Ακόμα πιό πολύ στάχτη...
23.45
23.46
23.47...
Στάχτη!
Αυτό είχε απομείνει τελικά...
Όταν τα χαράματα ανέβηκε να γύρει το κουρασμένο της κορμί και το σαλεμένο της μυαλό στο μαξιλάρι, το μόνο που είχε μείνει στο σαλόνι ήταν οι στάχτες από τις ελπίδες της, την ζωή της, και τα ξύλα που είχαν καεί στο σβηστό πια τζάκι...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου