Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2020

ΑΤΙΤΛΟ

Εγώ εδώ,
συνεχίζω να σπάω πέτρες.
Έρχεται μετά ο Σίσυφος και διαλέγει
την μεγαλύτερη.
Την φορτώνεται στις πλάτες του
και αρχίζει να ανεβαίνει.
Μου έλεγε τις προάλλες,
οτι, ακούει τον κασμά μου
όση ώρα ανεβαίνει την ανηφόρα του.
Και μετά μόλις κατέβει, έρχεται πάλι
εδώ, με χαρά,
να διαλέξει την καινούργια.
Τον κοιτούσα και δεν μιλούσα.
Σκεφτόμουν οτι τελικά
αυτός βρήκε την ευτυχία του.
Σε αυτό το ατελείωτο ανεβοκατέβασμα.
Εγώ, απ' την άλλη,
κάθε φορά που σηκώνω τον κασμά μου
να σπάσω τον βράχο
δεν νοιώθω τίποτα.
Σφίγγω ακόμα τα δόντια όταν βάζω δύναμη.
Αντιστέκομαι.
Ακόμα δεν μπόρεσα να βρώ την ευτυχία
μέσα σε τούτο εδώ το κάτεργο.
Δεν θα την βρώ ποτέ...
Γιατί δεν την ψάχνω.
Όχι όσο βρίσκομαι εδώ.
Και ο βράχος είναι μεγάλος και ατελείωτος.
Ποτέ δεν θα τελειώσει.
Δεν θα μου φανερώσει ποτέ
την απένατι μεριά.
Ολος μου ο ορίζοντας σταματάει εδώ.
Μόνο τον Σίσυφο βλέπω στην απέναντι κορφή.
Να ανεβαίνει πάλι...
Ξανά και ξανά και ξανά...
Σπρώχνω την πέτρα πιο κεί
και χτυπώ πάλι τον βράχο.
Κάτι γυαλίζει στην ρωγμή,
πέφτω σε κοίτασμα χρυσού...
Μα, τι να τον κάνω τον χρυσό;
Εγώ που,
στην ρωγμή ψάχνω το φώς;

Τ.Μ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: