Σουρουπώνει. Και συννεφιάζει κιόλας. Μαζί και τα δύο. Και ανάμεσα στα σύννεφα, ο πορτοκαλής ήλιος, βάφει τον ουρανό, όπου δεν είναι γκρίζος, κόκκινο βαθύ.Η μισή Αθήνα ανεβαίνει την Κηφισίας πρός τα βόρεια, και η άλλη μισή, κατεβαίνει προς την θάλασσα. Κάθε μέρα, τέτοια ώρα, το ίδιο πάντα.Ενα τεράστιο φίδι, ο δρόμος, με κόκκινα και άσπρα φωτάκια, που αναβοσβήνουν. Κάπου κάπου, την μονοτονία την σπάει κανένα πράσινο φανάρι, που ανάβει, χωρίς να συμβαίνει και τίποτα σημαντικό, αφού τα αυτοκίνητα είναι πάντα σχεδόν ακίνητα από την κίνηση.
29/10/2008.
Mε πιάνει κάθε Οκτώβρη φαίνεται. Οπως άλλους τους πειράζει η Ανοιξη. Εμένα είναι το Φθινόπωρο...... Ειναι σαν να ωριμάζει μέσα μου ο,τι έχω μαζέψει όλο το καλοκαίρι.Ολη η ζέστη, η κάψα του ήλιου του καλοκαιριού, σαν να ξεχυλίζει τώρα, με τον ήλιο του φθινοπώρου να με χτυπάει κατακέφαλα και να με ζαλίζει γλυκά, να με μεθάει.....
Βλέπω τα κυκλάμινα στο δάσος, και τρελλαίνομαι. Πέφτει ο ήλιος στην θάλασσα και η αντανακλασή του με τυφλώνει.Και όταν δεν βλέπω πιά τίποτα, αφήνω την φαντασία μου ξέφρενη να με πηγαίνει όπου θέλει αυτή.... Όπου κατά βάθος θέλω και 'γω να πάω και δεν τολμάω αλλοιώς.
Το φθινόπωρο το ερωτεύομαι κάθε χρόνο απ'την αρχή, ξανά και ξανά και ξανά....
Με ξετρελλαίνει, είναι σαν να μου ψιθυρίζει στο αυτί γλυκόλογα όλη την ώρα.
Τα κίτρινα φύλλα πεσμένα στο δρόμο, ο αέρας που κάθε τόσο τα στροβιλίζει σε ένα τρελλό χορό, είναι σαν να με χορεύει και μένα στην αγκαλιά του. Ετσι φαντάζομαι τον απόλυτο έρωτα.
Σαν ένα στροβίλισμα στο δρόμο, τέτοιο που δεν μπορείς να του αντισταθείς με τίποτα. Που σε πηγαίνει αυτό όπου θέλει, και σύ παραδωμένη, αφήνεσαι, να σε πάει....και όπου βγάλει. Μέχρι που ξεσπάει η μπόρα. Γιατί κάθε φθινόπωρο κρύβει μέσα του μιά μπόρα. Από αυτές, που τις ρουφάει το χώμα, το διψασμένο από την ζέστη του καλοκαιριού, με τόση λαχτάρα, που δεν μένει σταγόνα. Στην αρχή. Γιατί μετά, το χώμα χορταίνει... και δεν αντέχει άλλο, και αφήνεται να πλημμυρήσει.Και τότε το νερό που μαζεύεται, φουσκώνει και παρασύρει στο διάβα του με ορμή, όλα τα φύλλα του δρόμου, και όλους τους χορούς, και τα στροβιλίσματα και μαζί του και μένα, που ψάχνω απελπισμένα μιά σανίδα σωτηρίας, κάτι για να πιαστώ, να κρατηθώ, να σταθώ στα πόδια μου, όρθια, κύρια του εαυτού μου και της λογικής μου, σταθερή και σοβαρή, κρυμμένη πίσω από τους τοίχους του καθωσπρέπει σπιτιού μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου